Δημήτριος Τσέγκος
Ιδρυτικό Μέλος του ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΜΕΣΙΤΩΝ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ ΛΕΣΒΟΥ(1935)
Ως ελαιομεσίτης ξεκίνησε τη 10ετία του 1930, συνεργάτης του ΝΙΚΟΥ ΛΑΖΆΡΟΥ, στην οδό ΑΓΙΟΥ ΣΥΜΕΩΝ
Συνέχισε τη 10ετία του 1940 και μετά, στην οδό ΙΚΑΡΙΑΣ αρ7, με συνεργάτη τον ΑΝΤΩΝΗ ΣΚΑΜΝΙΩΤΗ και ταμία τη θεία ΚΛΕΟΝΙΚΗ ΤΣΕΓΚΟΥ και μετά το θείο ΣΤΡΑΤΗ ΤΖΑΝΝΗ. Εκείδούλεψε τα περισσότερα και πιο γόνιμα για το επάγγελμα του χρόνια. Στηλεγόμενη τότε ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΕΛΩΝΕΙΟΥ(του παλιού), σήμερα πίσω από την ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΑΠΦΟΥΣ, ανάμεσα στις ΚΟΛΩΝΕΣ και τα Καφενεία, η οδός ΙΚΑΡΙΑΣ, κατέληγε κάθετα στην οδό ΛΑΔΑΔΙΚΑ.
Τη 10ετία του 1970μετά το θάνατο του ΑΝΤΩΝΗ ΣΚΑΜΝΙΩΤΗ, μόνος.
Τελευταίο του γραφείο στην οδό ΛΑΔΑΔΙΚΑ αρ 31
Πελάτες του, αγρότες οι πολλοί, κυρίως από την ιδιαίτερη του πατρίδα ΑΓΙΆΣΟ. Επικοινωνούσε μαζί τους μέσω οδηγών φορτηγών αυτοκινήτων και λεωφορείων ή βοηθών τους –με σημειώματα, Δελτία Τιμών, δείγματα ελαιολάδου-και άμεσα σχεδόν κάθε Κυριακή – χειμώνα καλοκαίρι, πηγαίνοντας στο αγαπημένο του χωριό πρωί-πρωί με το Λεωφορείο της γραμμής. Μερικές φορές παρέα του κι εγώ.Χρησιμοποιούσεένα πρόχειρο γραφείο για την περίπτωση, αλλά οι περισσότερες συναντήσεις γίνονταν μετά τη Λειτουργία στο δρόμο,στο Φαρμακείο των φίλων του ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑ και ΠΑΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΝΟΥ και στα καφενεία. Τα μεσημέρι γεύμα στη γιαγιά ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΠΟΛΥΔ ΑΝΑΣΤΑΣΕΛΛΗ.
Τους πελάτες του και φίλους εξυπηρετούσε όπως μπορούσε και σε διάφορες υποθέσεις τους στη Μυτιλήνη –οφειλές σε Τράπεζες και Εφορία, καλάθια με φρούτα και γράμματα για συγγενείς και φίλους τους κι ότι να φαντασθεί κανείς- γιατί εργατικοί άνθρωποι αυτοί, σπάνια ήθελαν να αφήσουν τις ασχολίες τους και να κατεβούν με την τότε συγκοινωνία στη «Χώρα». Ο αδερφός μου κι εγώ, ΣΤΡΑΤΗΣ και ΝΤΟΡΗΣ, από παιδιά μέχρι έφηβοι, συχνά βοηθούσαμε τις μέρες που δεν είχαμε Σχολείο. Αμοιβή μας πάστα στο Ζαχαροπλαστείο του «ΦΛΟΚΑ»(ΣΟΦΟΚΛΗ ΤΖΙΒΟΓΛΟΥ)
Το γραφείο της οδού ΙΚΑΡΙΑΣ –αλλά και το απέναντι καφενείο του επίσης Αγιασώτη ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΟΥΛΕΛΛΗ –ήταν και τόπος συνάντησης Αγιασωτών φίλων και πελατών του στους οποίους πρόσφερε καφέ ή άλλο αναψυκτικό από το απέναντι ή το διπλανό καφενείο του ΒΑΣΙΛΗ ΓΑΛΙΩΝΗ. Κάθε Σάββατο μεσημέρι οι καφετζήδες έφερναν τις λεγόμενες «μάρκες» που είχαν μαζέψει για να πληρωθούν. Οι «μάρκες» αυτές σε μέγεθος και σχήμα νομίσματος, από τενεκέ ή χαρτόνι, είχαν ανάγλυφο ή γραμμένο συμβολικό γράμμα, π.χ. Τ (= Τσέγκος), και κάθε μια αντιστοιχούσε σε ένα απλό κέρασμα.
Τα «μπουκαλάκια», απαραίτητα μέσα διαπραγμάτευσης, περιείχαν δείγματα του προς πώληση ελαιολάδου που οξυμετρούσε, οσφραινόταν και γεύονταν για να μπορεί να στηρίζει το προϊόν, όταν τα προσκόμιζε στους εμπόρους και να πετυχαίνει την καλύτερη τιμή για τον παραγωγό. Το καθένα είχε ετικέτα που έγραφε το όνομα του παραγωγού, την οξύτητα,την ποσότητα (σε οκάδες και αργότερα σε κιλά) και άλλες πληροφορίες όπως π.χ. την περιοχή παραγωγής.
Η αμοιβή του συνήθως ήταν 0,5% από τον έμπορο και 0,5% από τον παραγωγό. Στις μεγάλες ποσότητες μερικοί το παζάρευαν.
Ήταν σωστός και τίμιος επαγγελματίας γιαυτό και απολάμβανε της εκτίμησης και της αγάπης ιδιαίτερα των συμπατριωτών του.
English
Founding Member of the Association of Olive Oil Brokers of Lesvos (1935)
He started as an oil broker in the 1930s, a partner of Nikos Lazaros, on Agios Simeon Street. He continued in the 1940s and later, at 7 Ikarias Street, with partner Antonis Skamniotis and treasurer his aunt, Kleoniki Tsegou and then his uncle, Stratis Tzanni. There he worked the most and most fruitfully for his profession, years. In what was then known as Teloneio Square (of the old one), today behind Sapphos Square, between the columns and the cafes, Ikarias Street, ended perpendicularly at Ladadika Street.
In the 1970s, after the death of Antonis Skamniotis, he was left alone in the business. His last office was at 31 Ladadika Street.
His customers were mostly farmers, mainly from his hometown of Agiaso. He communicated with them through truck and bus drivers or their assistants, with notes, price lists, samples of olive oil and by life almost every Sunday – winter summer – going to his beloved village morning – morning on the line bus. Sometimes I went with him. He used a makeshift desk just in case, but most of the meetings took place after the Sunday Liturgy on the street, at the pharmacy of his friends Giannis Hatzeleonidas and Panos Evangelinos and in coffee shops. The lunches were at grandma Despina Polyd’s. Anastasia
He served his clients and friends as well as he could in their various affairs in Mytilene – debts to banks and tax authorities, baskets of fruit and letters for their relatives and friends and everything one can imagine – because these hard-working people rarely wanted to leave their occupations and go down with the then transport to “Chora”. My brother and I, Stratis and Doris, from children to teenagers, often helped him on days when we didn’t have school. Our reward was a paste at the pastry shop of “FLOKA” (Sofoklis Tzivoglou)
The office on Ikarias Street and the coffee shop across the street also belonging to Saint Michalis Tsoulellis, was also a meeting place for Saints, his friends and clients, to whom he offered coffee or other refreshments from the coffee shop of Vassilis Galionis across the street or next door. Every Saturday at noon, the coffee shop owners brought the so-called “tokens” they had collected to be paid. These “tokens” in the size and shape of a coin, made of tin or cardboard, had an embossed or written symbolic letter, e.g. T (= Chegos), and each corresponded to a simple treat.
The “bottles”, essential means of negotiation, contained samples of the olive oil for sale that was acidified, smelled and tasted in order to be able to support the product when presenting them to traders and to achieve the best price for the producer. Each one was labeled with the producer’s name, acidity, quantity (in okadas and later in kilograms) and other information such as the production area.
His fee was usually 0.5% from the merchant and 0.5% from the producer. In the large quantities, some bargained for it. He was a correct and honest professional for this reason and enjoyed the appreciation and love especially of his compatriots.